Η βραδινή πτήση Αθήνα - Κως δεν είχε κόσμο και το κλάμα του νεογέννητου ακουγόταν ξεκάθαρα, παρά τις προσπάθειες της 27χρονης Ρουμάνας Doina να κάνει ευχάριστο το ταξίδι για τον μόλις εννέα ημερών γιο της.
Αυτή ήταν η τελευταία πράξη της ως μητέρα. Λίγο μετά την άφιξή της, η Αστυνομία τη συνέλαβε, ύστερα από ανώνυμη καταγγελία για μια «παράνομη υιοθεσία».
Τα ξημερώματα της 16ης Μαρτίου, η μητέρα συλλαμβάνεται και το βρέφος παραδίδεται στο νοσοκομείο του νησιού. Κατηγορούμενοι στην έρευνα των δικαστικών αρχών είναι σήμερα τουλάχιστον πέντε ανθρώποι, ανάμεσά τους και η Doina. Οπως λέει, λόγω των ελάχιστων ελληνικών που γνωρίζει, χρειάστηκε να περάσει αρκετός καιρός έως ότου καταλάβει γιατί και πώς βρέθηκε κατηγορούμενη.
Τότε πήρε την απόφαση, με τη βοήθεια της οργάνωσης «Ελληνική Δράση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα» και της συνηγόρου της Λήδας-Ηλέκτρας Κούτρα, να καταθέσει στην Εισαγγελία της Κω μηνυτήρια αναφορά σε βάρος τεσσάρων συγκατηγορούμενών της για απάτη ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, ενώ σε δύο από αυτούς για εκβίαση, καθώς, όπως υποστηρίζει, «μεταχειρίστηκαν απειλή "κατάδοσης της απορίας" μου στο επίσημο κράτος, γεγονός που θα οδηγούσε στην άμεση ιδρυματοποίηση του παιδιού μου».
Κάνει λόγο για ένα «παιχνίδι» που παίχτηκε σε βάρος της ίδιας και του παιδιού της, καθώς «κανείς δεν έκανε τον κόπο να μου ανακοινώσει επισήμως με ποιο δικαίωμα απομακρύνθηκε ο νεογέννητος γιος μου από μένα και αν είναι καλά». Στην κλειστή κοινωνία της Κω, το μόνο που κατόρθωσε να μάθει είναι ότι «με κάποιον ακατανόητο σε μένα τρόπο το μωρό μου βρίσκεται στα χέρια συγκατηγορούμενής μου».
Η ιστορία της Doina, όπως την περιγράφει στη μήνυσή της, ξεκινά με την εγκυμοσύνη της. Η ίδια -βρέφος ακόμα- παραδόθηκε σε ορφανοτροφείο, λόγω έλλειψης πόρων της οικογένειάς της. Για να μην περάσει τα ίδια και το παιδί της, δέχθηκε την πρόσκληση της φίλης από το ίδρυμα και επίσης εγκύου, Β.Στ. (νυν συγκατηγορούμενη και μηνυόμενη) και βρέθηκε στη Θήβα με σκοπό να φροντίζουν η μία την άλλη.
Κατά το διάστημα αυτό, φέρεται να ξεκίνησε και η «ενημέρωση» από τη φίλη και τον Έλληνα σύντροφο αυτής, Ν.Κ. (επίσης μηνυόμενο), ότι «το ελληνικό κράτος εξετάζει κατά τη γέννα την οικονομική κατάσταση της νέας μάνας και αν "αντιληφθεί" ότι δεν έχω πόρους, θα βάλουν το παιδί σε ορφανοτροφείο». Τελικά, η Doina πείστηκε ότι το κράτος θα έπαιρνε το παιδί και γι' αυτό «η καλύτερη λύση ήταν να δώσω το μωρό μου σε κάποια άλλη οικογένεια». Βρήκε στην πρόταση αυτή την «ευκαιρία» να μεγαλώσει ο γιος της «με μια καλή οικογένεια, με την έγκρισή μου και με τη φυσική μου παρουσία δίπλα στο παιδί».
Δέχτηκε να μεταβεί στην Κω για να γνωρίσει τους ανθρώπους, που αργότερα έμελε να γίνουν συγκατηγορούμενοί της. Τον καιρό που έμεινε με το ζευγάρι Ε.Κ. και Κ.Ντ., η Doina ένιωθε μέλος της οικογένειας, αν και της εξηγούσαν ότι «χωρίς εκείνους, δεν θα μπορούσα να διατηρήσω σχέση με το μωρό».
Παρά τη δύσκολη -λόγω γλώσσας- επικοινωνία, όλα έβαιναν καλώς, όμως «ύστερα από τρεις μέρες παραμονής στο μαιευτήριο, φτάσαμε στο σπίτι και δεν με άφηναν ούτε να αγκαλιάσω το παιδί μου ούτε να είμαι σε κοντινή με αυτό απόσταση». Επέστρεψε στη Θήβα με το βρέφος, όμως μέσα σε λίγες μέρες γύρισε στην Κω, «αντιμέτωπη με τον εκβιασμό: ή θα έδινα το μωρό στο ζευγάρι, χωρίς να μείνω κι εγώ κοντά του, ή θα ενημέρωναν τις αρχές για την ανέχειά μου και θα μου έπαιρναν το παιδί για το ίδρυμα». Με τον όρο ότι θα έμενε και αυτή στο νησί «ώστε να μπορώ να το βλέπω έστω και από μακριά», δέχθηκε να επιστρέψει, οπότε και συνελήφθη.
Σήμερα είναι χωρίς πόρους και «αντιμέτωπη» με το αδίκημα της συμμετοχής σε παράνομη υιοθεσία. Οπως ισχυρίζεται, κατά την ανακριτική διαδικασία δεν την ενημέρωσαν για τα δικαιώματά της, ενώ για την απολογία της, με την οποία αποδέχεται τις κατηγορίες, αναφέρει ότι ακολούθησε τις προτροπές συγκατηγορούμενής της «να μην την μπλέξω καθόλου» και ως αντάλλαγμα «θα δεχόταν εκ νέου "το αρχικό σχέδιο, δηλαδή το να μείνουμε όλοι μαζί"».
Και όμως, η Doina εξακολουθεί να είναι μόνη, ενώ ο -ρουμανικής υπηκοότητας- γιος της, όπως έχει μάθει, ζει στο σπίτι του συγκατηγορούμενού της ζευγαριού και σε λίγο καιρό πρόκειται να... βαφτιστεί.
Αυτή ήταν η τελευταία πράξη της ως μητέρα. Λίγο μετά την άφιξή της, η Αστυνομία τη συνέλαβε, ύστερα από ανώνυμη καταγγελία για μια «παράνομη υιοθεσία».
Τα ξημερώματα της 16ης Μαρτίου, η μητέρα συλλαμβάνεται και το βρέφος παραδίδεται στο νοσοκομείο του νησιού. Κατηγορούμενοι στην έρευνα των δικαστικών αρχών είναι σήμερα τουλάχιστον πέντε ανθρώποι, ανάμεσά τους και η Doina. Οπως λέει, λόγω των ελάχιστων ελληνικών που γνωρίζει, χρειάστηκε να περάσει αρκετός καιρός έως ότου καταλάβει γιατί και πώς βρέθηκε κατηγορούμενη.
Τότε πήρε την απόφαση, με τη βοήθεια της οργάνωσης «Ελληνική Δράση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα» και της συνηγόρου της Λήδας-Ηλέκτρας Κούτρα, να καταθέσει στην Εισαγγελία της Κω μηνυτήρια αναφορά σε βάρος τεσσάρων συγκατηγορούμενών της για απάτη ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, ενώ σε δύο από αυτούς για εκβίαση, καθώς, όπως υποστηρίζει, «μεταχειρίστηκαν απειλή "κατάδοσης της απορίας" μου στο επίσημο κράτος, γεγονός που θα οδηγούσε στην άμεση ιδρυματοποίηση του παιδιού μου».
Κάνει λόγο για ένα «παιχνίδι» που παίχτηκε σε βάρος της ίδιας και του παιδιού της, καθώς «κανείς δεν έκανε τον κόπο να μου ανακοινώσει επισήμως με ποιο δικαίωμα απομακρύνθηκε ο νεογέννητος γιος μου από μένα και αν είναι καλά». Στην κλειστή κοινωνία της Κω, το μόνο που κατόρθωσε να μάθει είναι ότι «με κάποιον ακατανόητο σε μένα τρόπο το μωρό μου βρίσκεται στα χέρια συγκατηγορούμενής μου».
Η ιστορία της Doina, όπως την περιγράφει στη μήνυσή της, ξεκινά με την εγκυμοσύνη της. Η ίδια -βρέφος ακόμα- παραδόθηκε σε ορφανοτροφείο, λόγω έλλειψης πόρων της οικογένειάς της. Για να μην περάσει τα ίδια και το παιδί της, δέχθηκε την πρόσκληση της φίλης από το ίδρυμα και επίσης εγκύου, Β.Στ. (νυν συγκατηγορούμενη και μηνυόμενη) και βρέθηκε στη Θήβα με σκοπό να φροντίζουν η μία την άλλη.
Κατά το διάστημα αυτό, φέρεται να ξεκίνησε και η «ενημέρωση» από τη φίλη και τον Έλληνα σύντροφο αυτής, Ν.Κ. (επίσης μηνυόμενο), ότι «το ελληνικό κράτος εξετάζει κατά τη γέννα την οικονομική κατάσταση της νέας μάνας και αν "αντιληφθεί" ότι δεν έχω πόρους, θα βάλουν το παιδί σε ορφανοτροφείο». Τελικά, η Doina πείστηκε ότι το κράτος θα έπαιρνε το παιδί και γι' αυτό «η καλύτερη λύση ήταν να δώσω το μωρό μου σε κάποια άλλη οικογένεια». Βρήκε στην πρόταση αυτή την «ευκαιρία» να μεγαλώσει ο γιος της «με μια καλή οικογένεια, με την έγκρισή μου και με τη φυσική μου παρουσία δίπλα στο παιδί».
Δέχτηκε να μεταβεί στην Κω για να γνωρίσει τους ανθρώπους, που αργότερα έμελε να γίνουν συγκατηγορούμενοί της. Τον καιρό που έμεινε με το ζευγάρι Ε.Κ. και Κ.Ντ., η Doina ένιωθε μέλος της οικογένειας, αν και της εξηγούσαν ότι «χωρίς εκείνους, δεν θα μπορούσα να διατηρήσω σχέση με το μωρό».
Παρά τη δύσκολη -λόγω γλώσσας- επικοινωνία, όλα έβαιναν καλώς, όμως «ύστερα από τρεις μέρες παραμονής στο μαιευτήριο, φτάσαμε στο σπίτι και δεν με άφηναν ούτε να αγκαλιάσω το παιδί μου ούτε να είμαι σε κοντινή με αυτό απόσταση». Επέστρεψε στη Θήβα με το βρέφος, όμως μέσα σε λίγες μέρες γύρισε στην Κω, «αντιμέτωπη με τον εκβιασμό: ή θα έδινα το μωρό στο ζευγάρι, χωρίς να μείνω κι εγώ κοντά του, ή θα ενημέρωναν τις αρχές για την ανέχειά μου και θα μου έπαιρναν το παιδί για το ίδρυμα». Με τον όρο ότι θα έμενε και αυτή στο νησί «ώστε να μπορώ να το βλέπω έστω και από μακριά», δέχθηκε να επιστρέψει, οπότε και συνελήφθη.
Σήμερα είναι χωρίς πόρους και «αντιμέτωπη» με το αδίκημα της συμμετοχής σε παράνομη υιοθεσία. Οπως ισχυρίζεται, κατά την ανακριτική διαδικασία δεν την ενημέρωσαν για τα δικαιώματά της, ενώ για την απολογία της, με την οποία αποδέχεται τις κατηγορίες, αναφέρει ότι ακολούθησε τις προτροπές συγκατηγορούμενής της «να μην την μπλέξω καθόλου» και ως αντάλλαγμα «θα δεχόταν εκ νέου "το αρχικό σχέδιο, δηλαδή το να μείνουμε όλοι μαζί"».
Και όμως, η Doina εξακολουθεί να είναι μόνη, ενώ ο -ρουμανικής υπηκοότητας- γιος της, όπως έχει μάθει, ζει στο σπίτι του συγκατηγορούμενού της ζευγαριού και σε λίγο καιρό πρόκειται να... βαφτιστεί.
Απο το Εnet.gr