Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2009

Παραβάσεις για βιομηχανικές εγκαταστάσεις σε 11 κράτη μέλη



Η Επιτροπή κίνησε διαδικασίες επί παραβάσει κατά 11 κρατών μελών, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, διότι δεν εξέδωσαν νέες ή αναπροσαρμοσμένες άδειες για 4.000 και πλέον βιομηχανικές εγκαταστάσεις που λειτουργούν στην Ευρώπη.
Πρώτη προειδοποιητική επιστολή εστάλη στη Δανία, την Ιρλανδία και τη Μάλτα, ενώ οκτώ ακόμη κράτη μέλη, που είχαν προειδοποιηθεί πέρυσι τον Μάιο, θα λάβουν τώρα τελική γραπτή προειδοποίηση. Οι άδειες έπρεπε να έχουν εκδοθεί το αργότερο στις 30 Οκτωβρίου 2007.
Οι παραβάσεις σχετίζονται με την οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (IPPC)1, στόχος της οποίας είναι η πρόληψη και ο έλεγχος των εκπομπών των βιομηχανιών στον ατμοσφαιρικό αέρα, στα ύδατα και στο έδαφος.
Σύμφωνα με την οδηγία, τα κράτη μέλη όφειλαν, μέχρι τις 30 Οκτωβρίου 2007, να εκδώσουν νέες άδειες ή να επανεξετάσουν και – εφόσον ήταν απαραίτητο – να αναπροσαρμόσουν τις ισχύουσες άδειες για όλες τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις που λειτουργούσαν πριν από τις 30 Οκτωβρίου 1999. Στην περίπτωση της Βουλγαρίας και της Σλοβενίας, έπρεπε να εκδοθούν νέες ή αναπροσαρμοσμένες άδειες για τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις που λειτουργούσαν ήδη κατά την ημερομηνία προσχώρησης των χωρών αυτών στην ΕΕ.
Από τα στοιχεία που έχουν υποβάλει τα ίδια τα κράτη μέλη προκύπτει ότι σε 11 από αυτά εξακολουθεί να είναι μεγάλος ο αριθμός των εγκαταστάσεων για τις οποίες δεν εκδόθηκαν νέες ή αναπροσαρμοσμένες άδειες, υπερβαίνοντας συνολικά τις 4.000 επί συνόλου 52.000 βιομηχανικών εγκαταστάσεων σε όλη την ΕΕ, τις οποίες στοχεύει το μέτρο.
Σε οκτώ από τα εν λόγω κράτη μέλη εστάλη ήδη πρώτη προειδοποίηση πέρυσι τον Μάιο. Θα ακολουθήσει τώρα η αποστολή τελικής γραπτής προειδοποίησης που αποτελεί το τελευταίο βήμα πριν από την παραπομπή τους στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Πρόκειται για τα κράτη μέλη: Βέλγιο, Βουλγαρία, Ελλάδα, Ιταλία, Κάτω Χώρες, Πορτογαλία, Σλοβενία και Ισπανία.
Για τον ίδιο λόγο, η Δανία, η Ιρλανδία και η Μάλτα θα λάβουν πρώτη γραπτή προειδοποίηση. Δικαστική διαδικασία
Το άρθρο 226 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να κινεί δικαστική διαδικασία κατά των κρατών μελών που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τους.
Όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι στοιχειοθετείται παραβίαση του κοινοτικού δικαίου, που δικαιολογεί την κίνηση διαδικασίας επί παραβάσει, απευθύνει "επίσημη προειδοποιητική επιστολή" (πρώτη γραπτή προειδοποίηση) στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, με την οποία το καλεί να της υποβάλει τις παρατηρήσεις του εντός ορισμένης προθεσμίας, συνήθως δίμηνης.
Με βάση την απάντηση, ή ελλείψει απαντήσεως, του κράτους μέλους, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει να του αποστείλει "αιτιολογημένη γνώμη" (δεύτερη και τελική γραπτή προειδοποίηση). Σε αυτήν αναπτύσσονται ρητά και κατηγορηματικά οι λόγοι για τους οποίους η Επιτροπή θεωρεί ότι έχει υπάρξει εν προκειμένω παράβαση του κοινοτικού δικαίου και καλεί το κράτος μέλος να συμμορφωθεί εντός ορισμένης προθεσμίας, κατά κανόνα δίμηνης.
Εάν το κράτος μέλος δεν συμμορφωθεί με την αιτιολογημένη γνώμη, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει την παραπομπή της υπόθεσης στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Εάν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κρίνει ότι υπήρξε παράβαση των διατάξεων της Συνθήκης, το κράτος μέλος που ευθύνεται για την παράβαση καλείται να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί προς τις εν λόγω διατάξεις.
Το άρθρο 228 της Συνθήκης εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να λαμβάνει μέτρα κατά κράτους μέλους που δεν συμμορφώνεται με προηγούμενη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, αποστέλλοντας νέα πρώτη γραπτή προειδοποίηση («επίσημη προειδοποιητική επιστολή») και στη συνέχεια δεύτερη και τελική γραπτή προειδοποίηση («αιτιολογημένη γνώμη»). Το ίδιο άρθρο εξουσιοδοτεί επίσης την Επιτροπή να ζητεί από το Δικαστήριο την επιβολή χρηματικής ποινής στο ενεχόμενο κράτος μέλος.
Ο Σταύρος Δήμας, Επίτροπος αρμόδιος για το περιβάλλον, δήλωσε: «Είναι απαράδεκτο να λειτουργούν βιομηχανικές εγκαταστάσεις χωρίς νόμιμη άδεια που να εξασφαλίζει την ελαχιστοποίηση των εκπομπών τους. Οι σχετικές διαδικασίες αδειοδότησης έχουν συμφωνηθεί από όλα τα κράτη μέλη και πρέπει να τηρούνται ώστε να προστατεύονται η υγεία των ευρωπαίων πολιτών και το περιβάλλον.»