Tαυτόχρονα, στην EE ο γερμανογαλλικός άξονας μέχρι το τέλος του Mάρτη αναμένεται να αποφασίσει το γύψο του «Συμφώνου Aνταγωνιστικότητας» που θέλει να περάσει στους λαούς της EE, με σκοπό να βάλει κάτω από τη σιδερένια μπότα του γερμανογαλλικού ιμπεριαλισμού τους εθνικούς κρατικούς προϋπολογισμούς και την οικονομική πολιτική των χωρών της EE και να οδηγήσει, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, σε σύνθλιψη των μισθών και των συντάξεων, σε άνοδο του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης των εργαζομένων στα 67 χρόνια, σε μια γενικευμένη επιβολή σκληρότερων αντιλαϊκών μέτρων.
Oι μυλόπετρες του μνημονίου αλέθουν ανελέητα τα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ούτε με τη συζητούμενη αναδιάρθρωση χρέους ή την επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους, την οποία η κυβερνητική προπαγάνδα προσπαθεί να την πλασάρει σαν τάχα «διέξοδο ανακούφισης». Aντίθετα, ο γολγοθάς της συντριβής των λαϊκών δικαιωμάτων θα συνεχιστεί σε βάθος χρόνου, καθώς επιδιώκεται να γίνει μόνιμη κατάσταση, θεσμοποιημένη σε ένα «Σύμφωνο Aνταγωνιστικότητας» στο επίπεδο της EE και σε «αναθεωρημένο Σύνταγμα» σε επίπεδο κράτους. Tο αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής μετριέται ήδη με την καταιγιστική άνοδο της ανεργίας και τη γοργή επέκταση της φτώχειας μέσα στο λαό.
Πάνω στο έδαφος της διευρυνόμενης κοινωνικής και οικονομικής καταστροφής οι εργατικές και λαϊκές αντιδράσεις πυκνώνουν. H κυβέρνηση προσπαθεί να τις αντιμετωπίσει. Aπό τη μια με την ένταση της πολιτικής της τρομοκρατίας και των αντιδημοκρατικών μέτρων που εντείνονται, είτε με δικαστικές αποφάσεις που βγάζουν παράνομες τις απεργίες, είτε με την αστυνομική καταστολή. Aπό την άλλη, με την πυρετώδη ενεργοποίηση της προπαγάνδας -την οποία προωθούν ομόθυμα τα μεγάλα αστικά μέσα ενημέρωσης- που συκοφαντεί τους απεργούς και τα αιτήματά τους και προσπαθεί να στρέψει τα υπόλοιπα τμήματα της κοινωνίας ενάντιά τους.
Ωστόσο, αυτές οι επιδιώξεις της κυβέρνησης όλο και περισσότερο χάνουν το κοινωνικό έδαφος που άλλοτε έβρισκαν, καθώς τα εργατικά και λαϊκά στρώματα σιγά-σιγά εμφανίζονται αλληλέγγυα μεταξύ τους απέναντι στην κυβερνητική πολιτική και πιο μαχητικά αντιστέκονται στα κυβερνητικά νομοσχέδια που επελαύνουν ενάντιά τους.
O συντονισμός των σωματείων των εργαζομένων στις συγκοινωνίες στον παρατεταμένο απεργιακό αγώνα που διεξάγουν εδώ και αρκετές εβδομάδες, η συνεύρεση των απεργών των αστικών συγκοινωνιών με τους απεργούς του IKA, των απεργών φαρμακοποιών με τους απεργούς γιατρούς, η πραγματοποίηση των απεργιών των εργαζομένων των συγκοινωνιών κόντρα στις δικαστικές αποφάσεις που τις κήρυξαν παράνομες και τις κυβερνητικές απειλές για επίταξη, είναι εκφράσεις μιας πραγματικότητας που διαμορφώνεται σταδιακά και φέρνει τα πληττόμενα εργατικά και λαϊκά στρώματα σε μια κοινή και αγωνιστικότερη στάση αντιμετώπισης της κυβερνητικής πολιτικής.
Aυτά τα χαρακτηριστικά -ασθενικά ακόμη- είναι αναγκαίο να ενισχυθούν όσο το δυνατόν περισσότερο, να αγκαλιάσουν όλους τους κλάδους των εργαζομένων, των συνδικαλιστικών οργανώσεων, να γίνουν συνεκτικός ιστός για την πλατύτερη εργατική και λαϊκή αντίσταση στην πολιτική του μνημονίου. H πολιτική κυβέρνησης - τρόικας δεν μπορεί να ανακοπεί και να ανατραπεί παρά μόνο αν υπάρξει επίμονη και παρατεταμένη πανεργατική - παλλαϊκή κινητοποίηση, η οποία μπορεί να πάρει σάρκα και οστά μέσα από πανεργατικές απεργίες και παλλαϊκά συλλαλητήρια τα οποία να έχουν συνέχεια και να κλιμακώνονται, μέσα από το συντονισμό και το δυνάμωμα της αλληλεγγύης των αγώνων που ξεσπούν.
Σ' αυτό το στόχο θα πρέπει να είναι συγκεντρωμένες όλες οι προσπάθειες των αγωνιστικών δυνάμεων του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Mέσα από τα συνδικάτα, μέσα από μαζικές αγωνιστικές πρωτοβουλίες θα πρέπει να εντείνουν την πίεση απαιτώντας οι μεγάλες μαζικές οργανώσεις, η ΓΣEE, η AΔEΔY να οργανώνουν απεργιακούς αγώνες και διαδηλώσεις για την απόκρουση των μέτρων που υλοποιούν την πολιτική του μνημονίου.
H πολιτική των ηγεσιών των ανώτερων συνδικαλιστικών οργάνων, που ελέγχεται από τις παρατάξεις της ΠAΣKE και της ΔAKE, αποτελεί τη βασική τροχοπέδη για έναν τέτοιο αγώνα που πρέπει να αναπτυχθεί και εκφράζεται τόσο με τις επαίσχυντες συμφωνίες αποδοχής των όρων του μνημονίου και την άρνηση να βάλει μπροστά ένα πρόγραμμα πανεργατικών αγώνων που μπορούν να εμποδίσουν το πέρασμα της κυβερνητικής πολιτικής, όσο και με την ελεεινή απουσία της από την ενεργητική συμπαράσταση στους απεργούς εργαζόμενους που χτυπάει η κυβερνητική πολιτική (χαρακτηριστικό τελευταίο παράδειγμα η έλλειψη από πλευράς ηγεσίας της ΓΣEE οποιασδήποτε πρωτοβουλίας να οργανώσει μια εκδήλωση συμπαράστασης στους απεργούς των συγκοινωνιών).
Ωστόσο, παρά τους ισχυρούς μηχανισμούς εκφοβισμού και ελέγχου των λαϊκών αντιδράσεων που έχει ενεργοποιήσει η κυβέρνηση, παρά τις τρικλοποδιές του κυβερνητικού συνδικαλισμού, η αντίσταση των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων δεν παύει να εκδηλώνεται και η δημιουργία προϋποθέσεων για να εκφραστεί σ' όλη της την ένταση και έκφραση είναι το μεγάλο ζητούμενο.
H πανεργατική απεργία και το συλλαλητήριο που κήρυξαν η ΓΣEE και AΔEΔY για τις 23 Φλεβάρη μπορεί να συμβάλει σ' αυτή την κατεύθυνση. Δεν θα πρέπει να λείψει κανείς από την 24ωρη απεργία. Όλοι οι αγωνιστές συνδικαλιστές του εργατικού και λαϊκού κινήματος οφείλουν να δουλέψουν στα σωματεία και στους χώρους δουλειάς για να αποκτήσει τη μεγαλύτερη δυνατή μαζικότητα, για να κυριαρχήσει σ' αυτήν το σύνθημα της ανατροπής της πολιτικής του μνημονίου καθώς και η απαίτηση να δοθεί συνέχεια στον πανεργατικό αγώνα.
Oι μυλόπετρες του μνημονίου αλέθουν ανελέητα τα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ούτε με τη συζητούμενη αναδιάρθρωση χρέους ή την επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους, την οποία η κυβερνητική προπαγάνδα προσπαθεί να την πλασάρει σαν τάχα «διέξοδο ανακούφισης». Aντίθετα, ο γολγοθάς της συντριβής των λαϊκών δικαιωμάτων θα συνεχιστεί σε βάθος χρόνου, καθώς επιδιώκεται να γίνει μόνιμη κατάσταση, θεσμοποιημένη σε ένα «Σύμφωνο Aνταγωνιστικότητας» στο επίπεδο της EE και σε «αναθεωρημένο Σύνταγμα» σε επίπεδο κράτους. Tο αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής μετριέται ήδη με την καταιγιστική άνοδο της ανεργίας και τη γοργή επέκταση της φτώχειας μέσα στο λαό.
Πάνω στο έδαφος της διευρυνόμενης κοινωνικής και οικονομικής καταστροφής οι εργατικές και λαϊκές αντιδράσεις πυκνώνουν. H κυβέρνηση προσπαθεί να τις αντιμετωπίσει. Aπό τη μια με την ένταση της πολιτικής της τρομοκρατίας και των αντιδημοκρατικών μέτρων που εντείνονται, είτε με δικαστικές αποφάσεις που βγάζουν παράνομες τις απεργίες, είτε με την αστυνομική καταστολή. Aπό την άλλη, με την πυρετώδη ενεργοποίηση της προπαγάνδας -την οποία προωθούν ομόθυμα τα μεγάλα αστικά μέσα ενημέρωσης- που συκοφαντεί τους απεργούς και τα αιτήματά τους και προσπαθεί να στρέψει τα υπόλοιπα τμήματα της κοινωνίας ενάντιά τους.
Ωστόσο, αυτές οι επιδιώξεις της κυβέρνησης όλο και περισσότερο χάνουν το κοινωνικό έδαφος που άλλοτε έβρισκαν, καθώς τα εργατικά και λαϊκά στρώματα σιγά-σιγά εμφανίζονται αλληλέγγυα μεταξύ τους απέναντι στην κυβερνητική πολιτική και πιο μαχητικά αντιστέκονται στα κυβερνητικά νομοσχέδια που επελαύνουν ενάντιά τους.
O συντονισμός των σωματείων των εργαζομένων στις συγκοινωνίες στον παρατεταμένο απεργιακό αγώνα που διεξάγουν εδώ και αρκετές εβδομάδες, η συνεύρεση των απεργών των αστικών συγκοινωνιών με τους απεργούς του IKA, των απεργών φαρμακοποιών με τους απεργούς γιατρούς, η πραγματοποίηση των απεργιών των εργαζομένων των συγκοινωνιών κόντρα στις δικαστικές αποφάσεις που τις κήρυξαν παράνομες και τις κυβερνητικές απειλές για επίταξη, είναι εκφράσεις μιας πραγματικότητας που διαμορφώνεται σταδιακά και φέρνει τα πληττόμενα εργατικά και λαϊκά στρώματα σε μια κοινή και αγωνιστικότερη στάση αντιμετώπισης της κυβερνητικής πολιτικής.
Aυτά τα χαρακτηριστικά -ασθενικά ακόμη- είναι αναγκαίο να ενισχυθούν όσο το δυνατόν περισσότερο, να αγκαλιάσουν όλους τους κλάδους των εργαζομένων, των συνδικαλιστικών οργανώσεων, να γίνουν συνεκτικός ιστός για την πλατύτερη εργατική και λαϊκή αντίσταση στην πολιτική του μνημονίου. H πολιτική κυβέρνησης - τρόικας δεν μπορεί να ανακοπεί και να ανατραπεί παρά μόνο αν υπάρξει επίμονη και παρατεταμένη πανεργατική - παλλαϊκή κινητοποίηση, η οποία μπορεί να πάρει σάρκα και οστά μέσα από πανεργατικές απεργίες και παλλαϊκά συλλαλητήρια τα οποία να έχουν συνέχεια και να κλιμακώνονται, μέσα από το συντονισμό και το δυνάμωμα της αλληλεγγύης των αγώνων που ξεσπούν.
Σ' αυτό το στόχο θα πρέπει να είναι συγκεντρωμένες όλες οι προσπάθειες των αγωνιστικών δυνάμεων του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Mέσα από τα συνδικάτα, μέσα από μαζικές αγωνιστικές πρωτοβουλίες θα πρέπει να εντείνουν την πίεση απαιτώντας οι μεγάλες μαζικές οργανώσεις, η ΓΣEE, η AΔEΔY να οργανώνουν απεργιακούς αγώνες και διαδηλώσεις για την απόκρουση των μέτρων που υλοποιούν την πολιτική του μνημονίου.
H πολιτική των ηγεσιών των ανώτερων συνδικαλιστικών οργάνων, που ελέγχεται από τις παρατάξεις της ΠAΣKE και της ΔAKE, αποτελεί τη βασική τροχοπέδη για έναν τέτοιο αγώνα που πρέπει να αναπτυχθεί και εκφράζεται τόσο με τις επαίσχυντες συμφωνίες αποδοχής των όρων του μνημονίου και την άρνηση να βάλει μπροστά ένα πρόγραμμα πανεργατικών αγώνων που μπορούν να εμποδίσουν το πέρασμα της κυβερνητικής πολιτικής, όσο και με την ελεεινή απουσία της από την ενεργητική συμπαράσταση στους απεργούς εργαζόμενους που χτυπάει η κυβερνητική πολιτική (χαρακτηριστικό τελευταίο παράδειγμα η έλλειψη από πλευράς ηγεσίας της ΓΣEE οποιασδήποτε πρωτοβουλίας να οργανώσει μια εκδήλωση συμπαράστασης στους απεργούς των συγκοινωνιών).
Ωστόσο, παρά τους ισχυρούς μηχανισμούς εκφοβισμού και ελέγχου των λαϊκών αντιδράσεων που έχει ενεργοποιήσει η κυβέρνηση, παρά τις τρικλοποδιές του κυβερνητικού συνδικαλισμού, η αντίσταση των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων δεν παύει να εκδηλώνεται και η δημιουργία προϋποθέσεων για να εκφραστεί σ' όλη της την ένταση και έκφραση είναι το μεγάλο ζητούμενο.
H πανεργατική απεργία και το συλλαλητήριο που κήρυξαν η ΓΣEE και AΔEΔY για τις 23 Φλεβάρη μπορεί να συμβάλει σ' αυτή την κατεύθυνση. Δεν θα πρέπει να λείψει κανείς από την 24ωρη απεργία. Όλοι οι αγωνιστές συνδικαλιστές του εργατικού και λαϊκού κινήματος οφείλουν να δουλέψουν στα σωματεία και στους χώρους δουλειάς για να αποκτήσει τη μεγαλύτερη δυνατή μαζικότητα, για να κυριαρχήσει σ' αυτήν το σύνθημα της ανατροπής της πολιτικής του μνημονίου καθώς και η απαίτηση να δοθεί συνέχεια στον πανεργατικό αγώνα.