Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

«Νέο πλήγμα στην ελληνική αγορά προκαλεί η αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων»

Σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία, υπολογίζεται ότι κάθε αύξηση του βασικού επιτοκίου κατά 0,25%, θα επιβαρύνει μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις με 342 εκατ. ευρώ, ενώ η ετήσια αύξηση μέχρι σήμερα δημιουργεί μια επιπλέον επιβάρυνση κατά 685 εκατ. ευρώ και εάν επιβεβαιωθεί το «κακό» σενάριο μιας ακόμη αύξησης του επιτοκίου κατά 0,25% εντός του 2011, τότε η επιβάρυνση θα τριπλασιαστεί αγγίζοντας το 1 δις ευρώ.

Παράλληλα, η δανειακή επιβάρυνση των νοικοκυριών υπολογίζεται αρχικά στα 581 εκατ. ευρώ και στην περίπτωση του εκτιμώμενου σεναρίου, η ετήσια επιβάρυνση θα φτάσει συνολικά τα 872 εκατ. ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, θα δημιουργηθεί αντίστοιχη μείωση της σημερινής αναιμικής κατανάλωσης.

Το νέο αυτό πλήγμα στην αγορά σηματοδοτεί μια νέα εποχή ακριβότερου χρήματος. Την επιβάρυνση των εξαντλημένων επιχειρήσεων και τη μείωση της κατανάλωσης λόγω αύξησης των δόσεων των νοικοκυριών, έρχεται να συμπληρώσει η επιδείνωση της ήδη τραγικής κατάστασης έλλειψης ρευστότητας, αφού οι χορηγήσεις νέων δανείων, εκτός από σπάνιες θα είναι κατά πολύ ακριβότερες.

Από την πλευρά των ελληνικών τραπεζών, έντονη ανησυχία προκαλεί η αύξηση του επιτοκίου, αφού στα 2/3 των ιδιωτικών δανείων που εξοφλούνται με κυμαινόμενο επιτόκιο, είναι αναμενόμενο ότι θα προκληθεί μεγαλύτερη ασυνέπεια μη εξυπηρετούμενων δανείων και κατά συνέπεια η αύξηση των επισφαλειών των τραπεζών θα ξεπεράσει τα 31 δις και το 12% των μέχρι σήμερα προβλέψεων. Αναλυτικά τα στεγαστικά δάνεια ανέρχονται στα 79,8 δις ευρώ, τα καταναλωτικά στα 33,8 δις ευρώ και τα λοιπά σε 2,6 δις ευρώ.

Εξίσου αρνητικές θα είναι οι συνέπειες αναφορικά με τις δανειακές ανάγκες της χώρας μας για την περίοδο 2011-2015, υπολογίζοντας ότι τα τοκοχρεολύσια εξυπηρέτησης του Δημόσιου Χρέους, φθάνουν την επόμενη 5ετία τα 231 δις ευρώ, συμπεραίνοντας έτσι ότι τα νούμερα «καίνε» πολύ περισσότερο από αυτά του ιδιωτικού δανεισμού. Η επιβάρυνση του ελληνικού Δημόσιου από την υφιστάμενη αύξηση 0,25% του επιτοκίου δανεισμού, ξεπερνά το 1 δις ετησίως, ενώ η μέχρι σήμερα αύξηση κατά 0,50% για το 2011 μεταφράζεται σε 2 δις, εξανεμίζοντας μέσα στην επόμενη 2ετία την μείωση του επιτοκίου των 110 δις κατά 100 μονάδες βάσης.

Το ελληνικό εμπόριο αναμφισβήτητα διανύει τη δυσκολότερη περίοδο της μακράς ιστορίας του και εκτός από την νέα αύξηση των ευρωεπιτοκίων, τη μείωση της κατανάλωσης, την έλλειψη ρευστότητας, πλήττεται ακόμη περισσότερο από τις συνεχείς συζητήσεις και τα εφιαλτικά σενάρια περί ελεγχόμενης πτώχευσης, επιλεκτικής αναδιάρθρωσης, οικειοθελούς επιμήκυνσης και όποιες άλλες παραλλαγές τους, που διαμορφώνουν το χειρότερο δυνατό κλίμα στην ελληνική αγορά.

Ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης δήλωσε σχετικά:

«Το χρήμα στην ελληνική αγορά εκτός από δυσεύρετο γίνεται και ακριβότερο. Για 2,5 εκ. δανειολήπτες αυξάνονται τα επιτόκια των δανείων τους, επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο την τραγική κατάσταση της έλλειψης ρευστότητας. Ταυτόχρονα, η νέα αύξηση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ χτυπά την Ελλάδα και επιδεινώνει την ευάλωτη δημοσιονομική της θέση. Στα καθημερινά σενάρια των καταστροφικών θεωριών που σκορπούν φόβο και τρόμο στην αγορά, ήρθε να προστεθεί το νέο κτύπημα της αύξησης των ευρωεπιτοκίων που ενισχύει τις επιζήμιες συζητήσεις του χρέους μας.

Οι Μμε έμποροι έχουμε κατ’ επανάληψη δηλώσει ότι επιλέγουμε και επιμένουμε στην προοπτική σωτηρίας της χώρας μας και όχι της πτωχευτικής καταστροφής της.

Αντί, λοιπόν, να συζητάμε καθημερινά διάφορα σενάρια χρεοκοπίας της χώρας μας, χωρίς μάλιστα να γνωρίζουμε ακριβώς τις επιπτώσεις στην αγορά, τα ασφαλιστικά ταμεία, τις τράπεζες, τα ομόλογα, τις καταθέσεις και κυρίως τους κινδύνους της κοινωνικής ντροπής και οργής, ας εξετάσουμε προσεκτικά τις επιπτώσεις από την αύξηση του επιτοκίου στην πραγματική οικονομία και ας σκεφτούμε σοβαρά πώς θα επαναδιαπραγματευτούμε τους όρους του Μνημονίου και του Μεσοπρόθεσμου που πνίγουν την αγορά».

ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ
ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ