Υπάρχουν πολλοί φίλοι που δεν μπορούν να εξηγήσουν την εμμονή μου στη συγγραφή λογοτεχνικών βιβλίων, όπως τούτο εδώ της Ιστορίας των Επτά Μύθων. Ορισμένοι, μάλιστα, μου κάνουν την εξής ερώτηση: Εσύ που ως δικηγόρος και βουλευτής ασχολήθηκες και ασχολείσαι με νομικά και πολιτικά ζητήματα της τρέχουσας επικαιρότητας γιατί δεν γράφεις βιβλία γύρω από αυτά αλλά επιμένεις να πραγματεύεσαι θέματα που έχουν τις ρίζες τους στην αρχαία ελληνικά μυθολογία και ιστορία;
Η απάντηση που δίνω στο παραπάνω εύλογο ερώτημα είναι πως – πέρα από το ότι έχω γράψει βιβλία και με νομικά και πολιτικά θέματα (όπως είναι «Το Δίκαιο του Εργατικού Αγώνα» και το «ΠΑ.ΣΟ.Κ και Εκσυγχρονισμός») - αρέσκομαι, πράγματι, να ανατρέχω στους μύθους και την ιστορία των αρχαίων Ελλήνων ποιητών και συγγραφέων γιατί εκεί βρίσκω ιδέες και αξίες που μπορούν να αναχθούν στη σύγχρονη εποχή, και να βοηθήσουν στη διαμόρφωση νεωτεριστικών αντιλήψεων και προτάσεων.
Σε ορισμένους, δε, οι οποίοι δείχνουν ότι δεν πείθονται από τις εξηγήσεις μου – επιμένοντας στην άποψή τους ότι αξία σήμερα έχουν τα κείμενα που μπορούν να βοηθήσουν ώστε να σωθεί η οικονομία, γιατί μόνο έτσι θα αποκτήσει η Πολιτεία τη δυνατότητα διάθεσης μεγάλων κονδυλίων για την παιδεία, - απαντώ ότι η θέση αυτή δεν είναι παρά το κλασικό άλλοθι της οικονομικής ολιγαρχίας που, όμως, το έχουν καταρρίψει σπουδαίοι σύγχρονοι πνευματικοί άνδρες από όλο τον πλανήτη.
Αναφέρω ενδεικτικά τον μεγάλο συνθέτη Τζέρεμι Ρίφκιν ο οποίος, κατά την επίσκεψή του στο Μέγαρο Μουσικής, είχε πει ότι: ¨Δεν υπάρχει κανένα ιστορικό παράδειγμα όπου ο άνθρωπος να έφτιαξε πρώτα την αγορά και την οικονομία και ύστερα την κουλτούρα. Παντού, πρώτα δημιούργησε τη γλώσσα, τη γραφή, και το μύθο και μετά το εμπόριο¨.
Άλλωστε ποιος μπορεί να αμφισβητήσει πως αν ο δείκτης πνευματικής και ψυχικής καλλιέργειας του λαού μας (η κουλτούρα του, δηλαδή) - ως αποτέλεσμα μακράς διαδικασίας μάθησης και εκπαίδευσης - ήταν ιδιαίτερα υψηλός, τότε μείζονα οικονομικά προβλήματα, όπως για παράδειγμα εκείνο της φοροδιαφυγής δεν θα χρειάζονταν νόμους και διατάγματα για να λυθούν, αφού θα αρκούσε μια πολιτισμένη συμπεριφορά των πολιτών με ανεπτυγμένη φορολογική συνείδηση, δηλαδή με ανεπτυγμένη κουλτούρα.
Είμαι, λοιπόν, με βάση όλα όσα πιο πάνω εξέθεσα, πολύ ικανοποιημένος γιατί μπόρεσα – μέσα στη συγκεκριμένη συγκυρία, όπου τα οικονομικά και φορολογικά ζητήματα δημιουργούν ζοφερές καταστάσεις -, να καταθέσω σε δημόσιο διάλογο τούτο το δίτομο δοκίμιο, με το οποίο δίνω ιδιαίτερη βαρύτητα σε τρία μεγάλα θέματα. Το πρώτο έχει να κάνει με τις λογοτεχνικές μεθόδους τις οποίες χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες ποιητές και συγγραφείς ώστε να αξιοποιούν τους αρχετυπικούς μύθους, προσαρμόζοντάς τους στις συνθήκες και τις ανάγκες των ανθρώπων της δικής τους γενιάς. Μάλιστα, οι τραγικοί ποιητές, μεταπλάθοντας τους αρχετυπικούς εκείνους μύθους, σε ορισμένες περιπτώσεις, τούς αξιοποιούσαν για να περνάνε ακόμα και θέσεις των πολιτικών κομμάτων του 5ου αιώνα π.Χ. και του Προγράμματος των σοφιστών για το φυσικό δίκαιο.
Το δεύτερο εγχείρημά μου σχετίζεται με την προσπάθεια που κάνω να αποκαταστήσω ορισμένα μυθικά πρόσωπα της Βοιωτίας, αποδεικνύοντας ότι ναι μεν ο Ευριπίδης παρουσίασε στην τραγωδία του «Ηρακλής Μαινόμενος» τον Θηβαίο ήρωα να σκοτώνει τη γυναίκα του και τα παιδιά του, χτυπημένος από πρόσκαιρη τρέλα, που του είχε στείλει η Ήρα, όμως αυτό ήταν ποιητικό και λογοτεχνικό εφεύρημα τού Ευριπίδη, καθώς όλοι οι προηγούμενοι ποιητές και συγγραφείς παρουσιάζουν τον Ηρακλή ως ένα ακέραιο σπουδαίο ήρωα, που είχε προσφέρει με τους άθλους του, άριστες υπηρεσίες όχι μόνο στην ανθρωπότητα αλλά και σε ορισμένους αρχαιοελληνικούς θεούς. Ναι μεν οι τραγικοί ποιητές παρουσίασαν τον Οιδίποδα να έχει προβεί, από άγνοιά του, σε πράξη αιμομιξίας, όμως αυτό ήταν εφεύρημά τους αφού όλοι οι προηγούμενοι ποιητές, ο Όμηρος, ο Ησίοδος, ο Πίνδαρος, τον εμφανίζουν ως πρότυπο σοφού και δημοκράτη ηγέτη.
Το τρίτο εγχείρημά μου χαρακτηρίζεται από την επιδίωξη ανάδειξης της σημασίας των μεταναστευτικών ρευμάτων των προϊστορικών χρόνων, χάρη στα οποία συναντήθηκαν πολιτισμοί άλλων λαών με τον ελληνικό πολιτισμό, ο οποίος δημιούργησε έτσι αξίες και ιδέες ιδιαίτερα χρήσιμες για την εποχή μας όπου, όμως, δυστυχώς κυριαρχούν ακόμη τοπικισμοί και ξενοφοβίες. Αξίες και ιδέες που – πέρα από όλα τα άλλα – μας βοηθούν να ερμηνεύουμε με ευρύτητα πνεύματος τους Επτά Μύθους.
Σημαίνουν όλα αυτά – για να γίνω πιο συγκεκριμένος και να ολοκληρώσω - ότι το μύθο της Νιόβης, για παράδειγμα, δεν πρέπει να τον βλέπουμε μόνο μέσα από τα μηνύματα που στέλνουν οι ποιητές για την καρτερικότητα με την οποία πρέπει να αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τα πλήγματα που τους περιμένουν, αλλά και μέσα από την εξιστόρηση στοιχείων που βεβαιώνουν ότι ο μύθος αυτός συνδέει τους μετανάστες από τη Φρυγία Νιόβη και Πέλοπα με τις ελληνικές περιοχές στις οποίες κατέληξαν και έδρασαν, δηλαδή με τη Θήβα και την Πελοπόννησο, αντίστοιχα.
Το μύθο του Κάδμου δεν αρκεί να τον εκλαμβάνουμε ως μια διήγηση γεγονότων που σχετίζονται με την ίδρυση της μυκηναϊκής Θήβας, αλλά και σαν μια επιβεβαίωση του ότι, για να δημιουργηθούν τα Καδμήϊα Γράμματα – από τα οποία προήλθε η Ελληνική Γραφή και Γλώσσα -, είχε προηγηθεί εγκατάσταση σε ελλαδικούς χώρους (γύρω από τη Θήβα και την Τανάγρα), μεταναστών από τη Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα από την Τύρο της Φοινίκης, με επικεφαλής τον Κάδμο.
Το μύθο του Βοιωτού Φρίξου και του Ιάσονα από την Ιωλκό δεν αρκεί να τον χρησιμοποιούμε μόνο ως βάση για να αξιολογούμε τη σημασία τής σπάνιας τραγωδίας του Ευριπίδη ¨Μήδεια¨, αλλά και για να αποδεχόμαστε το γεγονός ότι, όπως οι δύο εκείνοι Μινύες - επικεφαλής των Αργοναυτών - μεταλαμπάδευσαν στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού στη μακρινή Ευκαρπία, έτσι και η φυλή των Κόλχων (με εκπροσώπους τη Μήδεια και τους συνοδούς της) προφανώς και θα είχε διαδώσει στην Ελλάδα αξίες του πολιτισμού της.
Τον μύθο του Θηβαίου ήρωα Ηρακλή δεν αρκεί να τον επικαλούμαστε μόνο για να υπογραμμίζουμε τις τεράστιες δυνατότητες που έχει ο άνθρωπος - ο οποίος μπορεί να πραγματοποιεί στη ζωή του, όχι δώδεκα αλλά εκατοντάδες άθλους -, αλλά και για να συνειδητοποιούμε αυτό που μας διδάσκει ο Ευριπίδης με την τραγωδία του ¨Ηρακλείδες¨, ότι δηλαδή δεν αρκεί να είμαστε ευκαιριακά ελεήμονες απέναντι σε αδύναμους, σε πάσχοντες και σε ξένους αλλά οφείλουμε να θεσπίζουμε νόμους που να τους προστατεύουν σταθερά και ουσιαστικά.
Το μύθο του Οιδίποδα, τέλος, δεν πρέπει να τον βλέπουμε μόνο με τις διαστάσεις που του έχει δώσει ο Σοφοκλής στον ¨Τύραννο¨ - για να διδάξει ότι ο σοφός και δημοκρατικός ηγέτης, πάνω από τη δική του σωτηρία οφείλει να θέτει τη σωτηρία της πατρίδας -, αλλά και με αυτές του ¨Επί Κολωνώ¨, όπου ο ίδιος ποιητής μάς καλεί να αθωώνουμε (ακόμη και να ηρωποιούμε άξιους) αλλά βασανισμένους ανθρώπους που έχουν υποπέσει σε αδικήματα από άγνοια και, πάντως, όχι από δόλο.
Και εδώ είναι το δεύτερο σκέλος της απάντησης στην ερώτηση που είπα στην αρχή ότι μου απευθύνουν οι φίλοι μου: ότι, δηλαδή, μελετώντας όχι μόνο τον ¨Οιδίποδα Επί Κολωνώ¨ του Σοφοκλή αλλά και πολλές άλλες τραγωδίες που έχουν τις ρίζες τους στους ¨Επτά Μύθους¨ - όπως είναι οι ¨Επτά της Θήβας¨ του Αισχύλου, οι ¨Ηρακλείδες¨, οι ¨Ικέτιδες¨ και οι ¨Φοίνισσες¨ του Ευριπίδη και, ως ένα βαθμό, και ο ¨Οιδίπους Τύραννος¨ του Σοφοκλή -, βρήκα, κατέγραψα και αξιοποίησα συγγραφικά πάρα πολλούς πολιτικούς υπαινιγμούς και ιδιαίτερα σημαντικά πολιτικά προτάγματα ήθους, που εκπέμπουν σπουδαίες νεωτεριστικές ιδέες, χρήσιμες για τους πολίτες αλλά και τους πολιτικούς της δικής μου γενιάς, καθώς και για εκείνους που θα ασχοληθούν με την πολιτική στο μέλλον.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
Η απάντηση που δίνω στο παραπάνω εύλογο ερώτημα είναι πως – πέρα από το ότι έχω γράψει βιβλία και με νομικά και πολιτικά θέματα (όπως είναι «Το Δίκαιο του Εργατικού Αγώνα» και το «ΠΑ.ΣΟ.Κ και Εκσυγχρονισμός») - αρέσκομαι, πράγματι, να ανατρέχω στους μύθους και την ιστορία των αρχαίων Ελλήνων ποιητών και συγγραφέων γιατί εκεί βρίσκω ιδέες και αξίες που μπορούν να αναχθούν στη σύγχρονη εποχή, και να βοηθήσουν στη διαμόρφωση νεωτεριστικών αντιλήψεων και προτάσεων.
Σε ορισμένους, δε, οι οποίοι δείχνουν ότι δεν πείθονται από τις εξηγήσεις μου – επιμένοντας στην άποψή τους ότι αξία σήμερα έχουν τα κείμενα που μπορούν να βοηθήσουν ώστε να σωθεί η οικονομία, γιατί μόνο έτσι θα αποκτήσει η Πολιτεία τη δυνατότητα διάθεσης μεγάλων κονδυλίων για την παιδεία, - απαντώ ότι η θέση αυτή δεν είναι παρά το κλασικό άλλοθι της οικονομικής ολιγαρχίας που, όμως, το έχουν καταρρίψει σπουδαίοι σύγχρονοι πνευματικοί άνδρες από όλο τον πλανήτη.
Αναφέρω ενδεικτικά τον μεγάλο συνθέτη Τζέρεμι Ρίφκιν ο οποίος, κατά την επίσκεψή του στο Μέγαρο Μουσικής, είχε πει ότι: ¨Δεν υπάρχει κανένα ιστορικό παράδειγμα όπου ο άνθρωπος να έφτιαξε πρώτα την αγορά και την οικονομία και ύστερα την κουλτούρα. Παντού, πρώτα δημιούργησε τη γλώσσα, τη γραφή, και το μύθο και μετά το εμπόριο¨.
Άλλωστε ποιος μπορεί να αμφισβητήσει πως αν ο δείκτης πνευματικής και ψυχικής καλλιέργειας του λαού μας (η κουλτούρα του, δηλαδή) - ως αποτέλεσμα μακράς διαδικασίας μάθησης και εκπαίδευσης - ήταν ιδιαίτερα υψηλός, τότε μείζονα οικονομικά προβλήματα, όπως για παράδειγμα εκείνο της φοροδιαφυγής δεν θα χρειάζονταν νόμους και διατάγματα για να λυθούν, αφού θα αρκούσε μια πολιτισμένη συμπεριφορά των πολιτών με ανεπτυγμένη φορολογική συνείδηση, δηλαδή με ανεπτυγμένη κουλτούρα.
Είμαι, λοιπόν, με βάση όλα όσα πιο πάνω εξέθεσα, πολύ ικανοποιημένος γιατί μπόρεσα – μέσα στη συγκεκριμένη συγκυρία, όπου τα οικονομικά και φορολογικά ζητήματα δημιουργούν ζοφερές καταστάσεις -, να καταθέσω σε δημόσιο διάλογο τούτο το δίτομο δοκίμιο, με το οποίο δίνω ιδιαίτερη βαρύτητα σε τρία μεγάλα θέματα. Το πρώτο έχει να κάνει με τις λογοτεχνικές μεθόδους τις οποίες χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες ποιητές και συγγραφείς ώστε να αξιοποιούν τους αρχετυπικούς μύθους, προσαρμόζοντάς τους στις συνθήκες και τις ανάγκες των ανθρώπων της δικής τους γενιάς. Μάλιστα, οι τραγικοί ποιητές, μεταπλάθοντας τους αρχετυπικούς εκείνους μύθους, σε ορισμένες περιπτώσεις, τούς αξιοποιούσαν για να περνάνε ακόμα και θέσεις των πολιτικών κομμάτων του 5ου αιώνα π.Χ. και του Προγράμματος των σοφιστών για το φυσικό δίκαιο.
Το δεύτερο εγχείρημά μου σχετίζεται με την προσπάθεια που κάνω να αποκαταστήσω ορισμένα μυθικά πρόσωπα της Βοιωτίας, αποδεικνύοντας ότι ναι μεν ο Ευριπίδης παρουσίασε στην τραγωδία του «Ηρακλής Μαινόμενος» τον Θηβαίο ήρωα να σκοτώνει τη γυναίκα του και τα παιδιά του, χτυπημένος από πρόσκαιρη τρέλα, που του είχε στείλει η Ήρα, όμως αυτό ήταν ποιητικό και λογοτεχνικό εφεύρημα τού Ευριπίδη, καθώς όλοι οι προηγούμενοι ποιητές και συγγραφείς παρουσιάζουν τον Ηρακλή ως ένα ακέραιο σπουδαίο ήρωα, που είχε προσφέρει με τους άθλους του, άριστες υπηρεσίες όχι μόνο στην ανθρωπότητα αλλά και σε ορισμένους αρχαιοελληνικούς θεούς. Ναι μεν οι τραγικοί ποιητές παρουσίασαν τον Οιδίποδα να έχει προβεί, από άγνοιά του, σε πράξη αιμομιξίας, όμως αυτό ήταν εφεύρημά τους αφού όλοι οι προηγούμενοι ποιητές, ο Όμηρος, ο Ησίοδος, ο Πίνδαρος, τον εμφανίζουν ως πρότυπο σοφού και δημοκράτη ηγέτη.
Το τρίτο εγχείρημά μου χαρακτηρίζεται από την επιδίωξη ανάδειξης της σημασίας των μεταναστευτικών ρευμάτων των προϊστορικών χρόνων, χάρη στα οποία συναντήθηκαν πολιτισμοί άλλων λαών με τον ελληνικό πολιτισμό, ο οποίος δημιούργησε έτσι αξίες και ιδέες ιδιαίτερα χρήσιμες για την εποχή μας όπου, όμως, δυστυχώς κυριαρχούν ακόμη τοπικισμοί και ξενοφοβίες. Αξίες και ιδέες που – πέρα από όλα τα άλλα – μας βοηθούν να ερμηνεύουμε με ευρύτητα πνεύματος τους Επτά Μύθους.
Σημαίνουν όλα αυτά – για να γίνω πιο συγκεκριμένος και να ολοκληρώσω - ότι το μύθο της Νιόβης, για παράδειγμα, δεν πρέπει να τον βλέπουμε μόνο μέσα από τα μηνύματα που στέλνουν οι ποιητές για την καρτερικότητα με την οποία πρέπει να αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τα πλήγματα που τους περιμένουν, αλλά και μέσα από την εξιστόρηση στοιχείων που βεβαιώνουν ότι ο μύθος αυτός συνδέει τους μετανάστες από τη Φρυγία Νιόβη και Πέλοπα με τις ελληνικές περιοχές στις οποίες κατέληξαν και έδρασαν, δηλαδή με τη Θήβα και την Πελοπόννησο, αντίστοιχα.
Το μύθο του Κάδμου δεν αρκεί να τον εκλαμβάνουμε ως μια διήγηση γεγονότων που σχετίζονται με την ίδρυση της μυκηναϊκής Θήβας, αλλά και σαν μια επιβεβαίωση του ότι, για να δημιουργηθούν τα Καδμήϊα Γράμματα – από τα οποία προήλθε η Ελληνική Γραφή και Γλώσσα -, είχε προηγηθεί εγκατάσταση σε ελλαδικούς χώρους (γύρω από τη Θήβα και την Τανάγρα), μεταναστών από τη Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα από την Τύρο της Φοινίκης, με επικεφαλής τον Κάδμο.
Το μύθο του Βοιωτού Φρίξου και του Ιάσονα από την Ιωλκό δεν αρκεί να τον χρησιμοποιούμε μόνο ως βάση για να αξιολογούμε τη σημασία τής σπάνιας τραγωδίας του Ευριπίδη ¨Μήδεια¨, αλλά και για να αποδεχόμαστε το γεγονός ότι, όπως οι δύο εκείνοι Μινύες - επικεφαλής των Αργοναυτών - μεταλαμπάδευσαν στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού στη μακρινή Ευκαρπία, έτσι και η φυλή των Κόλχων (με εκπροσώπους τη Μήδεια και τους συνοδούς της) προφανώς και θα είχε διαδώσει στην Ελλάδα αξίες του πολιτισμού της.
Τον μύθο του Θηβαίου ήρωα Ηρακλή δεν αρκεί να τον επικαλούμαστε μόνο για να υπογραμμίζουμε τις τεράστιες δυνατότητες που έχει ο άνθρωπος - ο οποίος μπορεί να πραγματοποιεί στη ζωή του, όχι δώδεκα αλλά εκατοντάδες άθλους -, αλλά και για να συνειδητοποιούμε αυτό που μας διδάσκει ο Ευριπίδης με την τραγωδία του ¨Ηρακλείδες¨, ότι δηλαδή δεν αρκεί να είμαστε ευκαιριακά ελεήμονες απέναντι σε αδύναμους, σε πάσχοντες και σε ξένους αλλά οφείλουμε να θεσπίζουμε νόμους που να τους προστατεύουν σταθερά και ουσιαστικά.
Το μύθο του Οιδίποδα, τέλος, δεν πρέπει να τον βλέπουμε μόνο με τις διαστάσεις που του έχει δώσει ο Σοφοκλής στον ¨Τύραννο¨ - για να διδάξει ότι ο σοφός και δημοκρατικός ηγέτης, πάνω από τη δική του σωτηρία οφείλει να θέτει τη σωτηρία της πατρίδας -, αλλά και με αυτές του ¨Επί Κολωνώ¨, όπου ο ίδιος ποιητής μάς καλεί να αθωώνουμε (ακόμη και να ηρωποιούμε άξιους) αλλά βασανισμένους ανθρώπους που έχουν υποπέσει σε αδικήματα από άγνοια και, πάντως, όχι από δόλο.
Και εδώ είναι το δεύτερο σκέλος της απάντησης στην ερώτηση που είπα στην αρχή ότι μου απευθύνουν οι φίλοι μου: ότι, δηλαδή, μελετώντας όχι μόνο τον ¨Οιδίποδα Επί Κολωνώ¨ του Σοφοκλή αλλά και πολλές άλλες τραγωδίες που έχουν τις ρίζες τους στους ¨Επτά Μύθους¨ - όπως είναι οι ¨Επτά της Θήβας¨ του Αισχύλου, οι ¨Ηρακλείδες¨, οι ¨Ικέτιδες¨ και οι ¨Φοίνισσες¨ του Ευριπίδη και, ως ένα βαθμό, και ο ¨Οιδίπους Τύραννος¨ του Σοφοκλή -, βρήκα, κατέγραψα και αξιοποίησα συγγραφικά πάρα πολλούς πολιτικούς υπαινιγμούς και ιδιαίτερα σημαντικά πολιτικά προτάγματα ήθους, που εκπέμπουν σπουδαίες νεωτεριστικές ιδέες, χρήσιμες για τους πολίτες αλλά και τους πολιτικούς της δικής μου γενιάς, καθώς και για εκείνους που θα ασχοληθούν με την πολιτική στο μέλλον.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ