ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ
Α. Η αντιμετώπιση της παγκόσμιας διατροφικής πρόκλησης και της αυξανόμενης αστάθειας των διεθνών αγορών επιβάλει τον κατάλληλο προσανατολισμό της ευρωπαϊκής γεωργίας προς την αγορά, την ανάγκη για αποτελεσματικό δίχτυ ασφαλείας και μετριασμό των επιπτώσεων της αυξανόμενης αστάθειας των παγκόσμιων αγορών προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Ο αυξανόμενος διεθνής ανταγωνισμός, ο οποίος προήλθε από τις συμφωνίες των χωρών – μελών του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου για λιγότερο προστατευμένες αγορές, αναμένεται να ενταθεί τα επόμενα χρόνια.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι προτεινόμενες προτεραιότητες στρατηγικής για τη διαμόρφωση της ΚΑΠ μετά το 2013, με σκοπό μεταξύ άλλων και της αντιμετώπισης των εξελίξεων αυτών, συνοψίζονται στην ανάπτυξη μιας οικονομίας, που βασίζεται στις γνώσεις, την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία, που χρησιμοποιεί αποτελεσματικότερα τους πόρους και είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον, που είναι ανταγωνιστική και επιτυγχάνει υψηλό επίπεδο απασχόλησης με θετικές επιπτώσεις στην οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή.
Η πρόκληση μιας πιο φιλικής προς το περιβάλλον αγροτικής οικονομίας δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς να ληφθεί υπόψη η αγροτική δραστηριότητα, που περιλαμβάνει τη διαχείριση του 80% του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και μεγάλου μέρους των υδάτινων πόρων, κατέχει πρωταρχικό ρόλο στον τομέα της βιώσιμης χρήσης του συνόλου των πόρων, στη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος, στη βιοποικιλότητα και καλείται να διαδραματίσει αυξανόμενο ρόλο στην καταπολέμηση κατά της κλιματικής αλλαγής.
Η αγροτική παραγωγή και η μεταποίηση της σε προϊόντα διατροφής συμβάλλουν ουσιαστικά στη βιομηχανική και περιφερειακή ανάπτυξη, στην απασχόληση καθώς και στη διατήρηση του πληθυσμού και της οικονομικής δραστηριότητας στην ύπαιθρο.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί, που σε όλη την Ευρώπη υπερβαίνουν τους 30.000, αποτελούν κυρίαρχο μοχλό σταθεροποίησης των αγροτικών περιοχών και περαιτέρω ανάπτυξής τους. Είναι προφανές λοιπόν ότι οι συνεταιρισμοί σε αυτό το ταχύτατα μεταβαλλόμενο περιβάλλον πρέπει να ανταποκριθούν στις προκλήσεις μέσω της εξυγίανσης και ανάπτυξής τους αποτελώντας ουσιαστικά αναπτυξιακά εργαλεία άσκησης αγροτικής πολιτικής.
Η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και κατά συνέπεια της ανταγωνιστικότητας, η ορθολογικότερη οργάνωση της αγοράς, η σωστή λειτουργία και εποπτεία της αγοράς, ο έλεγχος του κόστους εισροών και εφοδίων για την πρωτογενή παραγωγή, η διασφάλιση της δημόσιας υγείας αλλά και η ανασυγκρότηση των παραγωγικών τομέων με διακλαδική μορφή, εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από την ανασυγκρότηση των συνεταιριστικών οργανώσεων.
Με τη σημερινή δομή και λειτουργία τους οι αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις ολιγοπωλιακές και μονοπωλιακές πρακτικές που εφαρμόζονται στην ελληνική αλλά και διεθνή αγορά. Δεν επιτυγχάνεται συγκέντρωση προσφοράς, δεν υπάρχει οργανωτική αντίληψη και πρακτική για τη συμμετοχή στην εμπορική αλυσίδα, ενώ είναι σχεδόν ανύπαρκτη η συμβολαιακή γεωργία, η οποία θα διασφαλίζει την ισορροπία προσφοράς και ζήτησης και θα διαμορφώνει καταναλωτικά διατροφικά προϊόντα.
Β. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές και διαπιστώσεις, οι στόχοι της ανασυγκρότησης των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων θα μπορούσαν να είναι οι εξής :
• Η εξασφάλιση ουσιαστικής και εθελοντικής συσπείρωσης των παραγωγών στους συνεταιρισμούς,
• Η εξασφάλιση ισοτιμίας στην αντιμετώπιση των παραγωγών-μελών του συνεταιρισμού,
• Η τήρηση από τους παραγωγούς–μέλη των δεσμεύσεων που θα αποφασίζονται συλλογικά από τις συνελεύσεις,
• Η επιβράβευση της προσφοράς των μελών στην επίτευξη των στόχων του συνεταιρισμού,
• Η διασφάλιση επιχειρηματικής ευελιξίας των συνεταιριστικών οργανώσεων,
• Η επίτευξη της μέγιστης δυνατής συσπείρωσης των συνεταιριστικών οργανώσεων σε εθνικό ακόμα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με βάση και τις αρχές του ευρωπαϊκού συνεταιρισμού.
• Η αντιμετώπιση ολιγοπωλιακών και μονοπωλιακών καταστάσεων καθώς και των αθέμιτων πρακτικών στην διατροφική αλυσίδα και στη ζήτηση των αγροτικών εφοδίων στη χώρα μέσω της συσπείρωσης και της ισχυροποίησης της διαπραγματευτικής δύναμης των συνεταιριστικών οργανώσεων.
• Η διευκόλυνση της ανασυγκρότησης στην προαναφερθείσα κατεύθυνση, με την κατάλληλη συμπλήρωση και όπου απαιτηθεί προσαρμογή του θεσμικού νόμου 2810/2000 με την παροχή κινήτρων .
• Η διασφάλιση της προώθησης της ευρωπαϊκής συνεταιριστικής συνεργασίας μέσω του νέου εθνικού πλαισίου περί συνεταιρισμών.
Γ. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερομένα, τα οποία, πρέπει να επιτευχθούν από τις συνεταιριστικές οργανώσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων, την επιβίωσή τους, την ορθολογική λειτουργία και περαιτέρω ανάπτυξή τους, ανακύπτει η ανάγκη συμπλήρωσης και όπου απαιτηθεί τροποποίησης του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου του Ν. 2810/2000 προκειμένου να υλοποιηθούν οι στόχοι.
Θα πρέπει ως εκ τούτων, να διατυπωθούν, ορισμένα βασικά ερωτήματα, η απάντηση των οποίων θα προσανατολίσει και το νέο πλαίσιο.
Πιο συγκεκριμένα:
1. Η ισχύουσα δομή και διάρθρωση των συνεταιριστικών οργανώσεων ανταποκρίνεται στις σημερινές προκλήσεις και απαιτήσεις της αγοράς;
2. Η συνέχιση ίδρυσης πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών που συνήθως υπολειτουργούν αποκομμένοι από κάθε μεταποιητική και εμπορική δραστηριότητα, συνάδει με τους προαναφερομένους στόχους;
3. Είναι αναγκαία η ενοποίηση των πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών με εθελοντική συσπείρωση του μέγιστου δυνατού αριθμού των παραγωγών στον ενοποιημένο συνεταιρισμό ευρύτερης περιφέρειας;
4. Εξυπηρετεί τους προαναφερόμενους στόχους η υφιστάμενη δυνατότητα άσκησης παράλληλων δραστηριοτήτων Ε.Α.Σ. και πρωτοβάθμιου συνεταιρισμού που πρακτικά έχει αποβεί αναποτελεσματική (για την πλειονότητα των οργανώσεων) εφόσον δημιουργεί ανταγωνιστικές τάσεις μεταξύ των οργανώσεων και αποτελεί τροχοπέδη για την ενοποίηση και τη δημιουργία μεγάλων και υγιών πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών;
5. Πόσο λειτουργική έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα η διάκριση μεταξύ πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας (κεντρικής) οργάνωσης με τους υφιστάμενους περιορισμούς όσον αφορά στα μέλη και στις δραστηριότητες της καθεμιάς; Αν κρίνεται μη λειτουργική ποια είναι τα βήματα και ποιες οι προϋποθέσεις μετεξέλιξης του σχήματος;
6. Οι κοινοπραξίες πρέπει να συνεχίσουν, όπως και οι Ε.Α.Σ., να είναι δευτεροβάθμιες οργανώσεις και οι κεντρικές ενώσεις τριτοβάθμιες; Είναι σκόπιμο να συμμετέχουν στις Συνεταιριστικές Οργανώσεις συνεταιριστικές επιχειρήσεις και άλλα νομικά πρόσωπα - τα οποία προφανώς δεν θα ασκούν ανταγωνιστική δραστηριότητα, με εκείνη του συνεταιρισμού- αυξάνοντας στην ουσία την κεφαλαιακή βάση του νέου συνεταιρισμού;
7. Πρέπει η συνεργασία των μελών με τη συνεταιριστική οργάνωση- επιχείρηση να είναι δεσμευτική για το μέλος όσον αφορά τη χρησιμοποίηση των υπηρεσιών της ή την ανάληψη κάποιας δραστηριότητας σύμφωνα με τις αποφάσεις των οργάνων;
8. Οι υποχρεώσεις των μελών των συνεταιριστικών οργανώσεων μπορεί να είναι μόνο οικονομικού και επιχειρησιακού χαρακτήρα ή πρέπει να επεκτείνεται και σε θέματα διαχείρισης των φυσικών πόρων και των ανανεώσιμων πηγών; Η μη τήρηση των δεσμεύσεων των μελών όπως και η μη τήρηση των οικονομικών υποχρεώσεων των μελών προς την οργάνωση δεν πρέπει να αποτελεί λόγο διαγραφής και επιδίωξης αποζημίωσης για την προκαλούμενη βλάβη;
9. Βάσει και των προτύπων του Κανονισμού 1453/03 του Ευρωπαϊκού Συνεταιρισμού, είναι επιθυμητή και λειτουργική η σύγκλιση Τμηματικών Συνελεύσεων στις νέες συνεταιριστικές οργανώσεις, ώστε να είναι πιο αποτελεσματική και ουσιαστική η διαδικασία αποφάσεων τους στα επιμέρους θέματα;
10. Είναι σκόπιμο η τριτοβάθμια οργάνωση να εγκαταλείψει την επαγγελματική εκπροσώπηση των αγροτών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο και να επικεντρωθεί στην επιχειρηματική εκπροσώπηση και λειτουργία των συνεταιρισμών, ενώ θα αποκομματικοποιείται η λειτουργία τους και ο τρόπος εκλογής των εκπροσώπων τους σε όλες τις βαθμίδες;
11. Πρέπει να υπάρχει εκλεγμένη από τη Γενική Συνέλευση των οργανώσεων εποπτική επιτροπή για να ελέγχει τις αποφάσεις και την οικονομική διαχείριση της διοίκησης;
12. Ο καθορισμός της συνεταιριστικής μερίδας, μέσω του καταστατικού λειτουργίας, πρέπει να δίνει και επαρκή κίνητρα για την ενεργό οικονομική και διοικητική συμμετοχή των συνεταίρων στον συνεταιρισμό;
Με βάση τα παραπάνω αναμένουμε τα σχόλια, εισηγήσεις και προτάσεις των ενδιαφερομένων, ενώ παράλληλα θα αρχίσει η διαβούλευση με τους εκπροσώπους των συνεταιριστικών οργανώσεων των αγροτών και θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια της κατάρτισης του σχεδίου νόμου, ώστε αυτό να ολοκληρωθεί και να κατατεθεί προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή σε σύντομο χρονικό διάστημα και με τις κατάλληλες μεταβατικές διατάξεις που θα συμπεριλάβει, θα διαμορφωθεί το νέο θεσμικό πλαίσιο για την ανασυγκρότηση των συνεταιριστικών οργανώσεων της χώρας.
Ο αυξανόμενος διεθνής ανταγωνισμός, ο οποίος προήλθε από τις συμφωνίες των χωρών – μελών του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου για λιγότερο προστατευμένες αγορές, αναμένεται να ενταθεί τα επόμενα χρόνια.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι προτεινόμενες προτεραιότητες στρατηγικής για τη διαμόρφωση της ΚΑΠ μετά το 2013, με σκοπό μεταξύ άλλων και της αντιμετώπισης των εξελίξεων αυτών, συνοψίζονται στην ανάπτυξη μιας οικονομίας, που βασίζεται στις γνώσεις, την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία, που χρησιμοποιεί αποτελεσματικότερα τους πόρους και είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον, που είναι ανταγωνιστική και επιτυγχάνει υψηλό επίπεδο απασχόλησης με θετικές επιπτώσεις στην οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή.
Η πρόκληση μιας πιο φιλικής προς το περιβάλλον αγροτικής οικονομίας δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς να ληφθεί υπόψη η αγροτική δραστηριότητα, που περιλαμβάνει τη διαχείριση του 80% του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και μεγάλου μέρους των υδάτινων πόρων, κατέχει πρωταρχικό ρόλο στον τομέα της βιώσιμης χρήσης του συνόλου των πόρων, στη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος, στη βιοποικιλότητα και καλείται να διαδραματίσει αυξανόμενο ρόλο στην καταπολέμηση κατά της κλιματικής αλλαγής.
Η αγροτική παραγωγή και η μεταποίηση της σε προϊόντα διατροφής συμβάλλουν ουσιαστικά στη βιομηχανική και περιφερειακή ανάπτυξη, στην απασχόληση καθώς και στη διατήρηση του πληθυσμού και της οικονομικής δραστηριότητας στην ύπαιθρο.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί, που σε όλη την Ευρώπη υπερβαίνουν τους 30.000, αποτελούν κυρίαρχο μοχλό σταθεροποίησης των αγροτικών περιοχών και περαιτέρω ανάπτυξής τους. Είναι προφανές λοιπόν ότι οι συνεταιρισμοί σε αυτό το ταχύτατα μεταβαλλόμενο περιβάλλον πρέπει να ανταποκριθούν στις προκλήσεις μέσω της εξυγίανσης και ανάπτυξής τους αποτελώντας ουσιαστικά αναπτυξιακά εργαλεία άσκησης αγροτικής πολιτικής.
Η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και κατά συνέπεια της ανταγωνιστικότητας, η ορθολογικότερη οργάνωση της αγοράς, η σωστή λειτουργία και εποπτεία της αγοράς, ο έλεγχος του κόστους εισροών και εφοδίων για την πρωτογενή παραγωγή, η διασφάλιση της δημόσιας υγείας αλλά και η ανασυγκρότηση των παραγωγικών τομέων με διακλαδική μορφή, εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από την ανασυγκρότηση των συνεταιριστικών οργανώσεων.
Με τη σημερινή δομή και λειτουργία τους οι αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις ολιγοπωλιακές και μονοπωλιακές πρακτικές που εφαρμόζονται στην ελληνική αλλά και διεθνή αγορά. Δεν επιτυγχάνεται συγκέντρωση προσφοράς, δεν υπάρχει οργανωτική αντίληψη και πρακτική για τη συμμετοχή στην εμπορική αλυσίδα, ενώ είναι σχεδόν ανύπαρκτη η συμβολαιακή γεωργία, η οποία θα διασφαλίζει την ισορροπία προσφοράς και ζήτησης και θα διαμορφώνει καταναλωτικά διατροφικά προϊόντα.
Β. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές και διαπιστώσεις, οι στόχοι της ανασυγκρότησης των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων θα μπορούσαν να είναι οι εξής :
• Η εξασφάλιση ουσιαστικής και εθελοντικής συσπείρωσης των παραγωγών στους συνεταιρισμούς,
• Η εξασφάλιση ισοτιμίας στην αντιμετώπιση των παραγωγών-μελών του συνεταιρισμού,
• Η τήρηση από τους παραγωγούς–μέλη των δεσμεύσεων που θα αποφασίζονται συλλογικά από τις συνελεύσεις,
• Η επιβράβευση της προσφοράς των μελών στην επίτευξη των στόχων του συνεταιρισμού,
• Η διασφάλιση επιχειρηματικής ευελιξίας των συνεταιριστικών οργανώσεων,
• Η επίτευξη της μέγιστης δυνατής συσπείρωσης των συνεταιριστικών οργανώσεων σε εθνικό ακόμα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με βάση και τις αρχές του ευρωπαϊκού συνεταιρισμού.
• Η αντιμετώπιση ολιγοπωλιακών και μονοπωλιακών καταστάσεων καθώς και των αθέμιτων πρακτικών στην διατροφική αλυσίδα και στη ζήτηση των αγροτικών εφοδίων στη χώρα μέσω της συσπείρωσης και της ισχυροποίησης της διαπραγματευτικής δύναμης των συνεταιριστικών οργανώσεων.
• Η διευκόλυνση της ανασυγκρότησης στην προαναφερθείσα κατεύθυνση, με την κατάλληλη συμπλήρωση και όπου απαιτηθεί προσαρμογή του θεσμικού νόμου 2810/2000 με την παροχή κινήτρων .
• Η διασφάλιση της προώθησης της ευρωπαϊκής συνεταιριστικής συνεργασίας μέσω του νέου εθνικού πλαισίου περί συνεταιρισμών.
Γ. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερομένα, τα οποία, πρέπει να επιτευχθούν από τις συνεταιριστικές οργανώσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων, την επιβίωσή τους, την ορθολογική λειτουργία και περαιτέρω ανάπτυξή τους, ανακύπτει η ανάγκη συμπλήρωσης και όπου απαιτηθεί τροποποίησης του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου του Ν. 2810/2000 προκειμένου να υλοποιηθούν οι στόχοι.
Θα πρέπει ως εκ τούτων, να διατυπωθούν, ορισμένα βασικά ερωτήματα, η απάντηση των οποίων θα προσανατολίσει και το νέο πλαίσιο.
Πιο συγκεκριμένα:
1. Η ισχύουσα δομή και διάρθρωση των συνεταιριστικών οργανώσεων ανταποκρίνεται στις σημερινές προκλήσεις και απαιτήσεις της αγοράς;
2. Η συνέχιση ίδρυσης πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών που συνήθως υπολειτουργούν αποκομμένοι από κάθε μεταποιητική και εμπορική δραστηριότητα, συνάδει με τους προαναφερομένους στόχους;
3. Είναι αναγκαία η ενοποίηση των πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών με εθελοντική συσπείρωση του μέγιστου δυνατού αριθμού των παραγωγών στον ενοποιημένο συνεταιρισμό ευρύτερης περιφέρειας;
4. Εξυπηρετεί τους προαναφερόμενους στόχους η υφιστάμενη δυνατότητα άσκησης παράλληλων δραστηριοτήτων Ε.Α.Σ. και πρωτοβάθμιου συνεταιρισμού που πρακτικά έχει αποβεί αναποτελεσματική (για την πλειονότητα των οργανώσεων) εφόσον δημιουργεί ανταγωνιστικές τάσεις μεταξύ των οργανώσεων και αποτελεί τροχοπέδη για την ενοποίηση και τη δημιουργία μεγάλων και υγιών πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών;
5. Πόσο λειτουργική έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα η διάκριση μεταξύ πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας (κεντρικής) οργάνωσης με τους υφιστάμενους περιορισμούς όσον αφορά στα μέλη και στις δραστηριότητες της καθεμιάς; Αν κρίνεται μη λειτουργική ποια είναι τα βήματα και ποιες οι προϋποθέσεις μετεξέλιξης του σχήματος;
6. Οι κοινοπραξίες πρέπει να συνεχίσουν, όπως και οι Ε.Α.Σ., να είναι δευτεροβάθμιες οργανώσεις και οι κεντρικές ενώσεις τριτοβάθμιες; Είναι σκόπιμο να συμμετέχουν στις Συνεταιριστικές Οργανώσεις συνεταιριστικές επιχειρήσεις και άλλα νομικά πρόσωπα - τα οποία προφανώς δεν θα ασκούν ανταγωνιστική δραστηριότητα, με εκείνη του συνεταιρισμού- αυξάνοντας στην ουσία την κεφαλαιακή βάση του νέου συνεταιρισμού;
7. Πρέπει η συνεργασία των μελών με τη συνεταιριστική οργάνωση- επιχείρηση να είναι δεσμευτική για το μέλος όσον αφορά τη χρησιμοποίηση των υπηρεσιών της ή την ανάληψη κάποιας δραστηριότητας σύμφωνα με τις αποφάσεις των οργάνων;
8. Οι υποχρεώσεις των μελών των συνεταιριστικών οργανώσεων μπορεί να είναι μόνο οικονομικού και επιχειρησιακού χαρακτήρα ή πρέπει να επεκτείνεται και σε θέματα διαχείρισης των φυσικών πόρων και των ανανεώσιμων πηγών; Η μη τήρηση των δεσμεύσεων των μελών όπως και η μη τήρηση των οικονομικών υποχρεώσεων των μελών προς την οργάνωση δεν πρέπει να αποτελεί λόγο διαγραφής και επιδίωξης αποζημίωσης για την προκαλούμενη βλάβη;
9. Βάσει και των προτύπων του Κανονισμού 1453/03 του Ευρωπαϊκού Συνεταιρισμού, είναι επιθυμητή και λειτουργική η σύγκλιση Τμηματικών Συνελεύσεων στις νέες συνεταιριστικές οργανώσεις, ώστε να είναι πιο αποτελεσματική και ουσιαστική η διαδικασία αποφάσεων τους στα επιμέρους θέματα;
10. Είναι σκόπιμο η τριτοβάθμια οργάνωση να εγκαταλείψει την επαγγελματική εκπροσώπηση των αγροτών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο και να επικεντρωθεί στην επιχειρηματική εκπροσώπηση και λειτουργία των συνεταιρισμών, ενώ θα αποκομματικοποιείται η λειτουργία τους και ο τρόπος εκλογής των εκπροσώπων τους σε όλες τις βαθμίδες;
11. Πρέπει να υπάρχει εκλεγμένη από τη Γενική Συνέλευση των οργανώσεων εποπτική επιτροπή για να ελέγχει τις αποφάσεις και την οικονομική διαχείριση της διοίκησης;
12. Ο καθορισμός της συνεταιριστικής μερίδας, μέσω του καταστατικού λειτουργίας, πρέπει να δίνει και επαρκή κίνητρα για την ενεργό οικονομική και διοικητική συμμετοχή των συνεταίρων στον συνεταιρισμό;
Με βάση τα παραπάνω αναμένουμε τα σχόλια, εισηγήσεις και προτάσεις των ενδιαφερομένων, ενώ παράλληλα θα αρχίσει η διαβούλευση με τους εκπροσώπους των συνεταιριστικών οργανώσεων των αγροτών και θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια της κατάρτισης του σχεδίου νόμου, ώστε αυτό να ολοκληρωθεί και να κατατεθεί προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή σε σύντομο χρονικό διάστημα και με τις κατάλληλες μεταβατικές διατάξεις που θα συμπεριλάβει, θα διαμορφωθεί το νέο θεσμικό πλαίσιο για την ανασυγκρότηση των συνεταιριστικών οργανώσεων της χώρας.