Εξ άλλου, ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συνιστά κάτι που φαίνεται να λησμονήσαμε: «Κανείς από όσους ασκούν χειρωνακτικό επάγγελμα να μην ντρέπεται, αλλά να ντρέπονται, όσοι τρέφονται άδικα και μένουν αργοί», προσθέτοντας ότι «τα γνωρίσματα του αληθινά φιλοσοφημένου και καλλιεργημένου ανθρώπου είναι η περιφρόνηση του πλούτου και της δόξας, καθώς και το να είναι ανώτερος από φθόνο και κάθε πάθος».
Ακόμη, ο ησυχαστής Αγιος Γρηγόριος Παλαμάς με τόλμη καταγγέλλει ως πλεονέκτη «όχι μόνο εκείνον που σφετερίζεται τα ξένα, αλλά και αυτόν που οικειοποιείται τα κοινά, δηλαδή όχι μόνον εκείνον που αδικεί κάποιον άλλο, αλλά και αυτόν που δεν μεταδίδει στους έχοντες ανάγκη από αυτά που νόμιμα απέκτησε».
Παραθέτω ελάχιστα παραδείγματα, απλώς ενδεικτικά, από τις άφθονες εκείνες παρακαταθήκες αληθινής πνευματικότητος που μας κληροδότησαν οι άγιοι πρόγονοί μας. Εμείς απλώς διαπιστώνουμε πόσο μικροί σταθήκαμε απέναντι σε αυτές τις παραινέσεις και ότι τώρα απλώς θερίζουμε τις συνέπειες της αφροσύνης μας.
Οπωσδήποτε θα μπορούσε να ακουστεί εδώ ο αντίλογος:
Οι παραπάνω θέσεις αντανακλούν μια γενικότερη ηθική υπευθυνότητα, την οποία ενδεχομένως συμμερίζονται και άνθρωποι μη πιστοί. Είναι αλήθεια αυτό και πράγματι τιμούμε τους αδελφούς μας που αγωνίζονται να παραμένουν ακέραιοι και συνεπείς, με ηθικές αρχές, χωρίς να έχουν την αναφορά τους στη θρησκευτική πίστη. Στηρίζουν την κοινωνία και αποτελούν παραδείγματα για όλους μας. Ομως, δεν είναι δυνατόν να παρασιωπήσουμε το ξεχωριστό κίνητρο της ηθικότητας των πιστών χριστιανών: την επίγνωση ότι κάθε συνάνθρωπος αποτελεί εικόνα Θεού και γι’ αυτό κάθε μορφή αδικίας προσβάλλει τον Ιδιο τον Δημιουργό. Η ένταξη στον εκκλησιαστικό τρόπο ζωής προσφέρει το πλεονέκτημα της ηθικής στάσης όχι απλώς ως υπακοής σε αφηρημένες αρχές αλλά ως αγάπης προς τα ζωντανά πρόσωπα του Θεού και των εικόνων Του.
Μια τέτοια στάση ζωής έχει εμπνεύσει πολλές και ποικίλες μορφές κοινωνικής συμπαράστασης. Στον εκκλησιαστικό χώρο, εκτός από την αθόρυβη συμπαράσταση στα ποικίλα προβλήματα των ανθρώπων την οποίαν έχουν επωμισθεί οι κληρικοί μας, έχουμε συχνά την ευλογία να συναντούμε αξιοζήλευτες δράσεις κοινωνικής υπευθυνότητος των λαϊκών αδελφών μας, πάντα εθελοντικές, αφανή στήριξη στην οικογένεια, εργασία σε συσσίτια, φροντίδα απόρων, συμπαράσταση σε εφήβους και νέους, μέριμνα για μετανάστες, ιεραποστολή σε μακρινές και δύσκολες χώρες, προσφορά σε νεανικές ομάδες και κατασκηνώσεις και άλλα πολλά. Αν σε αυτές προστεθούν και οι ανθρωπιστικές δράσεις από μη εκκλησιαστικούς χώρους καθώς και οι διάφορες μορφές αυτοοργάνωσης με στόχο την κοινωνική αλληλεγγύη, οι οποίες εμφανίζονται τελευταία, τότε μάλλον δικαιούμαστε να ελπίζουμε. Ο λαός μας διαθέτει ακόμη μεγάλα αποθέματα ανθρωπιάς και δυναμισμού.
Αλλά δεν αρκούν. Χρειάζεται να κινητοποιηθεί μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας μας. Το κυριότερο: απαιτείται μια εμβάθυνση στην πνευματική μας κληρονομιά, ώστε να προκύψει μια νέα ιεράρχηση των αξιών μας.
Καθώς ατενίζουμε με δέος και σφίξιμο καρδιάς τα οικονομικά μέτρα για την έξοδο από την κρίση, ταυτόχρονα αγνοούμε και αναρωτιόμαστε ποιο τοπίο θα αντικρίσουμε βγαίνοντας από αυτήν. Ποιες μακροπρόθεσμες επιπτώσεις θα έχουν τα εν λόγω μέτρα στην οικογένεια, στις εργασιακές σχέσεις, στα όνειρα της νεολαίας; Σε ποια κατάσταση θα βρεθούν, με τα νέα δεδομένα, η ελληνική κοινωνία και (γιατί όχι;) η ελληνική Πολιτεία μέσα στη διεθνή πραγματικότητα; Ποιο κοινωνικό ήθος θα γεννηθεί αύριο;
Θα αποτελεί μοιραίο λάθος να παρακολουθούμε παθητικά αυτή τη διεργασία σχηματισμού του νέου τοπίου. Εφ’ όσον, λιγότερο ή περισσότερο, υπήρξαμε όλοι μέρος της κρίσεως, μπορούμε να γίνουμε μέρος της αλλαγής. Εχουμε και τη δυνατότητα και το καθήκον να συμβάλουμε στη διαμόρφωση της υγιέστερης κοινωνίας που όλοι επιθυμούμε και οραματιζόμαστε. Μόνο που για το έργο αυτό χρειαζόμαστε τον κατάλληλο πνευματικό εξοπλισμό.
Απο την Καθημερινή
Ακόμη, ο ησυχαστής Αγιος Γρηγόριος Παλαμάς με τόλμη καταγγέλλει ως πλεονέκτη «όχι μόνο εκείνον που σφετερίζεται τα ξένα, αλλά και αυτόν που οικειοποιείται τα κοινά, δηλαδή όχι μόνον εκείνον που αδικεί κάποιον άλλο, αλλά και αυτόν που δεν μεταδίδει στους έχοντες ανάγκη από αυτά που νόμιμα απέκτησε».
Παραθέτω ελάχιστα παραδείγματα, απλώς ενδεικτικά, από τις άφθονες εκείνες παρακαταθήκες αληθινής πνευματικότητος που μας κληροδότησαν οι άγιοι πρόγονοί μας. Εμείς απλώς διαπιστώνουμε πόσο μικροί σταθήκαμε απέναντι σε αυτές τις παραινέσεις και ότι τώρα απλώς θερίζουμε τις συνέπειες της αφροσύνης μας.
Οπωσδήποτε θα μπορούσε να ακουστεί εδώ ο αντίλογος:
Οι παραπάνω θέσεις αντανακλούν μια γενικότερη ηθική υπευθυνότητα, την οποία ενδεχομένως συμμερίζονται και άνθρωποι μη πιστοί. Είναι αλήθεια αυτό και πράγματι τιμούμε τους αδελφούς μας που αγωνίζονται να παραμένουν ακέραιοι και συνεπείς, με ηθικές αρχές, χωρίς να έχουν την αναφορά τους στη θρησκευτική πίστη. Στηρίζουν την κοινωνία και αποτελούν παραδείγματα για όλους μας. Ομως, δεν είναι δυνατόν να παρασιωπήσουμε το ξεχωριστό κίνητρο της ηθικότητας των πιστών χριστιανών: την επίγνωση ότι κάθε συνάνθρωπος αποτελεί εικόνα Θεού και γι’ αυτό κάθε μορφή αδικίας προσβάλλει τον Ιδιο τον Δημιουργό. Η ένταξη στον εκκλησιαστικό τρόπο ζωής προσφέρει το πλεονέκτημα της ηθικής στάσης όχι απλώς ως υπακοής σε αφηρημένες αρχές αλλά ως αγάπης προς τα ζωντανά πρόσωπα του Θεού και των εικόνων Του.
Μια τέτοια στάση ζωής έχει εμπνεύσει πολλές και ποικίλες μορφές κοινωνικής συμπαράστασης. Στον εκκλησιαστικό χώρο, εκτός από την αθόρυβη συμπαράσταση στα ποικίλα προβλήματα των ανθρώπων την οποίαν έχουν επωμισθεί οι κληρικοί μας, έχουμε συχνά την ευλογία να συναντούμε αξιοζήλευτες δράσεις κοινωνικής υπευθυνότητος των λαϊκών αδελφών μας, πάντα εθελοντικές, αφανή στήριξη στην οικογένεια, εργασία σε συσσίτια, φροντίδα απόρων, συμπαράσταση σε εφήβους και νέους, μέριμνα για μετανάστες, ιεραποστολή σε μακρινές και δύσκολες χώρες, προσφορά σε νεανικές ομάδες και κατασκηνώσεις και άλλα πολλά. Αν σε αυτές προστεθούν και οι ανθρωπιστικές δράσεις από μη εκκλησιαστικούς χώρους καθώς και οι διάφορες μορφές αυτοοργάνωσης με στόχο την κοινωνική αλληλεγγύη, οι οποίες εμφανίζονται τελευταία, τότε μάλλον δικαιούμαστε να ελπίζουμε. Ο λαός μας διαθέτει ακόμη μεγάλα αποθέματα ανθρωπιάς και δυναμισμού.
Αλλά δεν αρκούν. Χρειάζεται να κινητοποιηθεί μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας μας. Το κυριότερο: απαιτείται μια εμβάθυνση στην πνευματική μας κληρονομιά, ώστε να προκύψει μια νέα ιεράρχηση των αξιών μας.
Καθώς ατενίζουμε με δέος και σφίξιμο καρδιάς τα οικονομικά μέτρα για την έξοδο από την κρίση, ταυτόχρονα αγνοούμε και αναρωτιόμαστε ποιο τοπίο θα αντικρίσουμε βγαίνοντας από αυτήν. Ποιες μακροπρόθεσμες επιπτώσεις θα έχουν τα εν λόγω μέτρα στην οικογένεια, στις εργασιακές σχέσεις, στα όνειρα της νεολαίας; Σε ποια κατάσταση θα βρεθούν, με τα νέα δεδομένα, η ελληνική κοινωνία και (γιατί όχι;) η ελληνική Πολιτεία μέσα στη διεθνή πραγματικότητα; Ποιο κοινωνικό ήθος θα γεννηθεί αύριο;
Θα αποτελεί μοιραίο λάθος να παρακολουθούμε παθητικά αυτή τη διεργασία σχηματισμού του νέου τοπίου. Εφ’ όσον, λιγότερο ή περισσότερο, υπήρξαμε όλοι μέρος της κρίσεως, μπορούμε να γίνουμε μέρος της αλλαγής. Εχουμε και τη δυνατότητα και το καθήκον να συμβάλουμε στη διαμόρφωση της υγιέστερης κοινωνίας που όλοι επιθυμούμε και οραματιζόμαστε. Μόνο που για το έργο αυτό χρειαζόμαστε τον κατάλληλο πνευματικό εξοπλισμό.
Απο την Καθημερινή