Το ερώτημα που προκύπτει από όλα αυτά είναι τούτο: Οι Έλληνες πολίτες – που ποτέ δεν μένουν μακριά από τους αγώνες, όταν βέβαια διαπιστώνουν ότι η δημοκρατία (με την ευρύτερη έννοιά της), η κοινωνική συνοχή και η εδαφική ακεραιότητα της χώρας τους, κινδυνεύουν – τί μπορούν ή, καλύτερα, τί οφείλουν να πράξουν; Η άποψή μου είναι ότι – πέρα απ’ τη αδιαπραγμάτευτη εκπλήρωση τής βασικής συνταγματικής τους υποχρέωσης για συμμετοχή σε κάθε κινητοποίηση και απεργία που έχει ως στόχο την προστασία των δικαιωμάτων τους – οι πολίτες έχουν τη δυνατότητα (για να μην πω τη μοναδική ευκαιρία) να οργανώσουν πολιτιστική επανάσταση, μόνη ικανή να γεννήσει νέες πολιτικές ιδέες και δυνάμεις. Να παραμερίσουν, δηλαδή, όσους πολιτικούς και πολιτικά κόμματα τούς θέλουν μόνο ως χειροκροτητές και ψηφοφόρους και να οργανωθούν μαζικά σε πολιτιστικούς και μορφωτικούς συλλόγους και σε σωματεία, που θα αγωνίζονται για τη σωστή ενημέρωση, θα αξιοποιούν τους δημοκρατικούς αγώνες γενεών και γενεών και – σε συνεργασία με τους φορείς των εκπαιδευτικών – θα οπλίζουν τους νέους με επιχειρήματα σύμφωνα με τα οποία ούτε μια σπιθαμή ελληνικής γης δεν πρέπει να πουληθεί, ούτε ένας παραγωγικός φορέας (που αντλεί τη δύναμή του από το φυσικό πλούτο τής χώρας μας) δεν επιτρέπεται να βρεθεί σε ξένα χέρια. ΄
Γειτονιά με γειτονιά, χωριό με χωριό, πόλη με πόλη οι παραπάνω μορφωτικοί σύλλογοι θα έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιούν τα τεράστια πολιτισμικά αποθέματα που έχει η Ελλάδα τα οποία, σκόπιμα, απαξιώνει η κυρίαρχη τάξη. Στη Θήβα, για παράδειγμα, ένα πολιτιστικό κίνημα μπορεί να επιβάλει στο Δήμο να κατεδαφίσει την παλιά ¨Δημοτική Αγορά¨*, ώστε να βγουν στην επιφάνεια τα πολιτιστικά πλουσιότερα στον κόσμο πολύτιμα αρχαία αντικείμενα του περίφημου ¨Καδμείου Ανακτόρου¨ **. Το ίδιο μπορεί να γίνει και στην περιοχή της Λιβαδειάς, όπου αποφασισμένοι πολίτες έχουν τη δυνατότητα, μέσα από τους πολιτιστικούς τους συλλόγους, να πιέσουν τους Δήμους για να αναδείξουν τα σπάνια πολιτιστικά στοιχεία τού ¨Τροφώνιου Μαντείου¨ της Λιβαδειάς, και των αρχαίων θεάτρων τού Ορχομενού και της Χαιρώνειας***.
Και είναι ακριβώς μια τέτοια μορφή πολιτιστικής επανάστασης – η οποία ασφαλώς χρειάζεται να απλώσει τα πλοκάμια της σε όλη τη χώρα –, που μπορεί να αναδείξει, και μάλιστα πολύ γρήγορα, μια καινούργια γενιά πολιτικών και αυτοδιοικητικών στελεχών, ικανή να πάρει και να ασκήσει πολιτικές εξουσίες με νέες ιδέες και νέα προγράμματα.
* Σχετική πρότασή μου για το θέμα τής ανασκαφής τής ¨Δημοτικής Αγοράς¨ τής Θήβας, όπου αποδεδειγμένα υπάρχει το πιο πλούσιο στον κόσμο - σε αρχαιολογικά ευρήματα – Μυκηναϊκό Ανάκτορο της ¨Καδμείας Ακρόπολης¨, έχει ήδη υιοθετήσει ο Εμπορικός Σύλλογος της Θήβας, με ομόφωνη απόφασή του.
**Για τη μεγάλη προσφορά των αρχαιολογικών ανασκαφών στην πόλη της Θήβας κάνει λόγο πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας ¨Ελευθεροτυπία¨, της 20/4/2011, ¨Ορίζοντες¨, σελ. 11, όπου μεταξύ άλλων αναφέρονται τα εξής: ¨Φως σε ένα σπουδαίο αρχαιολογικό χώρο – σε εκείνον του Ισμήνιου Λόφου της Θήβας – ετοιμάζεται να ρίξει ελληνοαμερικανική ομάδα αρχαιολόγων, με επικεφαλείς τους καθηγητές Κλασικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Bucknell Στέφανι Λάρσον και Κέλβιν Ντέιλι, μαζί με τον έφορο Αρχαιοτήτων Β. Αραβαντινό¨. Οι επιστήμονες αυτοί υποστηρίζουν ότι η παραπάνω ανασκαφή θα αποτελέσει μια λαμπρή ευκαιρία να διευρύνουμε τις γνώσεις μας για το ιερό του Ισμήνιου Απόλλωνα – κύριου ανταγωνιστικού του αντίστοιχου του Απόλλωνα των Δελφών από τον 7ο έως τον 4ο π.Χ. αιώνα – και να επανατοποθετήσουμε τη Θήβα στη θέση που της αρμόζει στο παγκόσμιο πολιτιστικό χάρτη.
***Η αδιαφορία που δείχνουν τα θεσμοθετημένα όργανα της πολιτείας για τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζουν τα αρχαία θέατρα του Ορχομενού και της Χαιρώνειας μπορεί να αποτελέσει ερέθισμα για τους πολιτιστικούς συλλόγους των δύο περιοχών, ώστε να πάρουν τα μέλη τους την υπόθεση αποκατάστασης και αξιοποίησής τους στα χέρια τους. Αξίζει γι’ αυτό να έρθουν σε επαφή με το φίλο πρόεδρο του σωματείου ¨Διάζωμα¨, πρώην υπουργό Πολιτισμού και δήμαρχο Καλαμάτας Σταύρο Μπένο (6974049404) και να του ζητήσουν να συμπεριλάβει στο πρόγραμμα του δραστήριου φορέα του οποίου ηγείται τα δύο εκείνα σπάνια μνημεία του ελληνικού πολιτισμού.